Τα βασιλικά εμβλήματα του Βασιλέως της Ελλάδος Όθωνος, το στέμμα, το σκήπτρο και το ξίφος εντοπίστηκαν σε καλή κατάσταση στο Τατόι, κατά τη διάρκεια των εργασιών τεκμηρίωσης των πολιτιστικών αγαθών και κινητών αντικειμένων από στελέχη των αρμοδίων υπηρεσιών του Υπουργείου Πολιτισμού.

Η Υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη μόλις ενημερώθηκε για το εύρημα, δήλωσε μεταξύ άλλων τα εξής: «Είναι προφανές ότι τα βασιλικά εμβλήματα ανήκουν στον Ελληνικό Λαό και το Εθνος. Μόλις ολοκληρωθεί η συντήρησή τους, τα αντικείμενα, μετά από σχετική συνεννόηση με τον Πρωθυπουργό και τον Πρόεδρο της Βουλής, θα παραδοθούν στη Βουλή των Ελλήνων –Ανάκτορο του Όθωνος- προκειμένου να εκτίθενται μονίμως στην Αίθουσα των Τροπαίων «Ελευθέριος Βενιζέλος».

Ο Όθων, πρίγκιπας της Βαυαρίας, του οίκου των Βίττελσμπαχ, βασίλευσε στην Ελλάδα με τον τίτλο Βασιλεύς της Ελλάδος, από το 1832 έως το 1862. Το στέμμα και το σκήπτρο, κατασκευάστηκαν από το περίφημο παρισινό οίκο χρυσοχοϊας Fossin et Fils, ενώ για το ξίφος συνεργάστηκαν οι Fossin με τον ξιφοποιό Jules (;) Manceaux, του ομώνυμου οίκου οπλοποιών.

Η κατασκευή τους έγινε μετά από παραγγελία του Λουδοβίκου της Βαυαρίας, πατέρα του Όθωνα, το 1835, για  να αποδοθούν στο νεαρό βασιλιά  κατά στη στέψη του,  η οποία θα γινόταν, την ίδια χρονιά, με την ενηλικίωσή του. Ωστόσο, το πλοίο που τα μετέφερε δεν έφτασε εγκαίρως στην Ελλάδα και η στέψη έγινε χωρίς αυτά. Ο Όθωνας αποχωρώντας, το 1862, από την Ελλάδα πήρε μαζί του τα εμβλήματα του θρόνου, καθώς ποτέ δεν αποδέχθηκε την έξωσή του ούτε και παραιτήθηκε από το θρόνο. Έτσι, τα πρώτα εμβλήματα του ελληνικού κράτους βρίσκονταν από το 1862 στην κατοχή του βασιλικού οίκου της Βαυαρίας.

Τα αντικείμενα, φτιαγμένα από χρυσό και κράματα μετάλλων, χαρακτηρίζονται από την υψηλή τέχνη των κατασκευαστών τους. Είναι μάλλον απλά, δεν φέρουν πολύτιμους λίθους (πλην του lapislazuli στη λαβή του ξίφους), αλλά οι συμβολισμοί των διακοσμητικών τους στοιχείων είναι σημαντικοί. Αποτελούν την αφετηρία για την παράδοση διαμόρφωσης των κρατικών συμβόλων που θα ακολουθήσουν τους επόμενους δύο αιώνες, παρά την αλλαγή στη δυναστεία και στο πολίτευμα.

Αν και η κατάσταση διατήρησής τους είναι πολύ καλή, η Διεύθυνση Συντήρησης Αρχαίων και Νεώτερων Μνημείων του ΥΠΠΟ έχει ήδη επιληφθεί, δεδομένου του μακρού χρόνου αποθήκευσής τους. Οι διαθέσιμες αναφορές -ανάμεσά τους και μια επιστημονική δημοσίευση- επιτρέπουν την ασφαλή ταύτισή τους. οπωσδήποτε απαιτείται περαιτέρω έρευνα και μελέτη, έργο που ήδη έχουν αναλάβει  τα στελέχη της Διεύθυνσης Νεώτερης Πολιτιστικής Κληρονομιάς του ΥΠΠΟ.

Share This Story, Choose Your Platform!