Ένα απόγευμα του 1974, λίγο πριν την πτώση της Χούντας, ο μηχανολόγος-μηχανικός Ευθύμιος Μαλαγαρδής έδινε διάλεξη στο Ίδρυμα Ευγενίδου. Ο τίτλος της ομιλίας του, «Χρονικαί μεταστάσεις του ενεργειακού». Το ζήτημα της ενέργειας, ιδιαίτερα επίκαιρο τότε λόγω της διεθνούς ενεργειακής κρίσης, έμελλε να ταλανίσει χρόνια όχι μόνο τους ειδικούς –ο Ε. Μαλαγαρδής είχε αφιερώσει τη ζωή του σ’ αυτό–  αλλά σύσσωμες τις κοινωνίες του τότε «ανεπτυγμένου» κόσμου που το κληροδότησαν, αξιοσημείωτα αμετάβλητο, στις επόμενες, δικές μας γενεές.

Έζησα όπως όλοι οι Έλληνες μιας ωρισμένης ηλικίας, έλεγε τότε ο 70χρονος Μαλαγαρδής, τας διακυμάνσεις της Ενεργείας, τόσο στον τόπο μας όσο και μακρυά απ’ αυτόν· αντίκρυσα την έλλειψή της έως την στέρησι, παρακολούθησα την εμφάνισί της με αφθονία, και θαρρώ πως περισσότερο με τρόμαξεν η σπατάλη της παρά η στέρησί της.

Σαν μονάς άλλο τρόπο δεν είχα να εξωτερικεύσω αυτές μου τις ανησυχίες παρά κάνοντας διαλέξεις και γράφοντας άρθρα σε κάθε περίοδο.

Σ’ ένα τέτοιο άρθρο μου, γραμμένο σ’ ένα περιοδικό που έβγαινε τα χρόνια της Κατοχής, την «Τεχνική», φυλλομετρούσα πρόσφατα και διάβαζα εκεί για τους δυναμικούς φορείς της Ενεργείας, υπονοώντας την μηχανική ενέργεια που μας παρέχεται από τις φυσικές πηγές της: τα νερά, τον άνεμο, τη θάλασσα, και τη θερμότητα από τον ήλιο ή όπως συνηθίζουμε να λέμε τον «Λευκό άνθρακα», την «Αιολική Ενέργεια», τον «Κυανούν Άνθρακα», την «Ηλιακήν Ενέργειαν». Πολύ αργότερα, τον Νοέμβριο του 1961, μου εδόθηκε η ευκαιρία στο Β΄ Πανελλήνιο Συνέδριο των Μηχανολόγων Ηλεκτρολόγων στη Θεσσαλονίκη να μιλήσω πρώτη φορά και για την «Γεωθερμική Ενέργεια» η οποία από τότε κατέλαβεν σημαντικήν θέσιν εις το διάγραμμα παγκοσμίου καταναλώσεως Ενεργείας.

Μεταπολεμικώς είχα την τύχη να συμμετέχω ενεργά στην πραγματοποίηση των σχεδίων γύρω από την εκμετάλλευσι των ενεργειακών πηγών της χώρας μας και επείσθην πως οι σκέψεις που διετύπωνα σ’ αυτό το άρθρο, να δώσουμε προτεραιότητα στους φυσικούς φορείς, ήσαν ορθές, αλλά σύγχρονα ανεγνώρισα και την αδυναμία μόνο μ’ αυτούς να ανταποκριθούμε στις επιτακτικές ανάγκες, τόσο χρονικώς όσο και ποσοτικώς. Χρειαζόταν συμπληρωματικά να μετατεθούμε κατά μορφήν και θέσιν δηλαδή να μεταστώμεν και στην θερμικήν μορφήν της Ενεργείας. Ευτυχώς ο ιδρυτικός νόμος της Δ.Ε.Η. με περισσή σοφία συντεταγμένος προβλέπει παράλληλα με την εκμετάλλευσι των υδατοπτώσεων και την εκμετάλλευσι  των λιγνιτών, από την αρχήν δε αυτήν δεν απέστησαν οι πρώτοι τουλάχιστον θητεύσαντες εις αυτήν.

Αλλά διερωτώμαι, δεν ξεκινήσαμε από το μηδέν μετά την Κατοχή; Και το άρθρο αυτό, από τις συνθήκες της εποχής εκείνης επηρεασμένο, δεν αναζητά την Ενέργεια στους φορείς που διαθέτει η χώρα, που μένουν ανεπηρέαστοι από κάθε εξωτερική αιτία; Γιατί δεν υπάρχει Δύναμις που θα αναστρέψη τα νερά, θα αποκλίνη τον άνεμο ή θα σκιάση τον Ήλιο.

Όποιος παρακολούθησε τις πρώτες μέρες της κρίσεως πετρελαίου», συμπλήρωνε ο ομιλητής, «τας αντιδράσεις του ευρωπαϊκού αλλά και του αμερικανικού τύπου, νοερώς μετεφέρθη στην εποχή του άρθρου μου, το οποίο μ’ αυτόν τον τρόπο αναβαπτίστηκε στην επικαιρότητα».

 

Και, μετά από μια εύληπτα επιστημονική παρουσίαση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ως μόνη διέξοδο για την ενεργειακή αυτάρκεια της χώρας, κατέληγε σε μια καίρια τοποθέτηση απέναντι στην εναλλακτική της πυρηνικής ενέργειας:

Μέσα σε μια ευμάρεια υλική αδιανόητη για τους προγόνους μας […] κατελήξαμεν μετά 25 έτη [από τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο] να ομολογούμε την ανεπάρκειαν της οικονομίας να εξασφαλίση την λειτουργίαν της κοινωνίας.

Αν εξαιρέσουμε την πειραματικήν Επιστήμην, τίποτε ακριβώς δεν άλλαξε από την προ 3.000-6.000 ετών ανθρωπότητα, διαπράττομεν τα ίδια σφάλματα. Έτσι και τώρα στην ατομικήν ενέργειαν, χωρίς αντιμετώπισιν των εντελώς νέων προβλημάτων που προκαλεί, χωρίς ιστορικόν προηγούμενο, με προγραμματιστάς σχεδιάζοντας προς το άγνωστον, αι Κυβερνήσεις των ισχυρών αναζητούν την λύσιν.

Ο Προμηθεύς υπεξήρεσε το πυρ και το εδώρισε στο ανθρώπινο γένος. Οι άνθρωποι με την σπίθαν της Επιστήμης και της Τεχνικής με τη σειρά τους προσέφεραν το πυρ του ατόμου που ήταν σοφά φυλακισμένο στα πλέον μύχια της ύλης και ιδού τώρα πιασμένοι στα δίκτυα της ανακαλύψεώς των: Θα ευρεθή άραγε ο νεώτερος Αισχύλος να περιγράψη το δράμα του ανθρώπου του μέλλοντος;

Ευγενία Κρεμμυδά

Τμήμα Επεξεργασίας Αρχείων,

ΓΑΚ – Κεντρική Υπηρεσία

[Πηγή: Γενικά Αρχεία του Κράτους, Κεντρική Υπηρεσία, Αρχείο Ε. Μαλαγαρδή (Κ 365)]

Share This Story, Choose Your Platform!