Με αφορμή την έκδοση των στίχων των Ποιημάτων και των Τραγουδιών του από τις εκδόσεις Άγρα, ο σημαντικός ποιητής από τη Θεσσαλονίκη, Θωμάς Κοροβίνης, σχολιάζει όλα εκείνα τα στοιχεία που διατρέχουν το έργο του. Από το αίσθημα της συλλογικότητας και της περιπλάνησης, ως ένας σύγχρονος flâneur , μάς ταξιδεύει από τις αγορές της Κωνσταντινούπολης έως τα στενοσόκακα του έρωτα διατηρώντας πάντα μια «αγωγή λόγου που γίνεται πλέον παρελθόν».
Έχοντας υπηρετήσει ως φιλόλογος στη Μέση Εκπαίδευση και ζήσει επί μία οκταετία στην Κωνσταντινούπολη, ο Θωμάς Κοροβίνης αναδεικνύει μέσα από τα έργα του όλα εκείνα που συνδέουν το ελληνικό με το τουρκικό έθνος, ενώ δεν διστάζει να ασκήσει οξεία κριτική στο εκπαιδευτικό μας σύστημα σχετικά με την υποτίμηση του μαθήματος της ελληνικής λογοτεχνίας. Παρόλα αυτά, επιμένει να διατηρεί μια θαρραλέα ματιά απέναντι στη ζωή και μια τρυφερή ματιά απέναντι στο συνάνθρωπο.
Εντελώς σημαδιακά κατά τη γνώμη μου, η καινούρια ποιητική σας συλλογή ξεκινάει με κάποια ποιήματα αφιερωμένα στους συνεργάτες-μουσικούς σας. Τελικά, την ιστορία την γράφουν οι παρέες;
Την συμβατική ιστορία την γράφουν οι ιστορικοί. Με διαβαθμίσεις αντικρίσματος στην αλήθεια. Το χρώμα όμως, τον παλμό, τον δίνουν άτομα που ξεφεύγουν απ’ τον μέσο όρο και κάποιες ομάδες που τολμούν να πρωτοτυπήσουν, να συγκρουστούν με το κατεστημένο και να ανοίξουν έτσι καινούριους δρόμους στην κοινωνία.
Στον πρόλογο σας δείχνετε να αποστρέφεστε την «απάνθρωπη πλευρά της αλητείας» και να συντάσσεστε με τους «νέους με τα πρησμένα πόδια» του Ελύτη. Πόσο νωρίς επιλέξατε στο ποιητικό σας έργο το πού θα κατευθυνθεί το βλέμμα σας;
Είμαι καθαρά βιωματικός δημιουργός, με έντονη κοινωνιοκεντρική διάθεση και με αντικαθεστωτικό φρόνημα. Οι περιπλανήσεις μου, εσωτερικές και σε δρόμους ανοιχτής πλεύσης, και η παρατήρηση, χρόνια τώρα, της κοινότητας, οδήγησαν το βλέμμα μου σ’ αυτή την θεραπεία της «γλυκιάς αλητείας».
Στο ποίημα που αφιερώνετε στον Πιερ Πάολο Παζολίνι, γράφετε: «Για εσένα που έγινες θυσία για όλες τις ορφανές καρδιές δεν/ περίσσευε καρδιά εκείνο τον καιρό στην Ιταλία». Αλλού αναφέρεστε στη σύγχρονη προσφυγιά, στις δολοφονίες του Γρηγορόπουλου, του Ζακ και της Ελένης Τοπαλούδη. Μήπως είναι διαχρονικό φαινόμενο το ότι δεν κυριαρχεί η συμπόνοια από άνθρωπο σε άνθρωπο;
Η απανθρωπιά και η ακηδία όλο και αυγαταίνουν. Χρέος μας είναι, -«όσο υπάρχουν άνθρωποι»-, να επισημαίνουμε τα τρωτά που συντελούν στην κτηνοποίησή μας και με το παράδειγμά μας να τα αντιστρατευόμαστε.
Στο ποίημά σας «Έρως, έρως μ’ αλαίνει» αναφέρεστε στον έρωτα ως το «αίνιγμα που δεν έλυσα». Παράλληλα, οι φίλοι σας γνωρίζουμε ότι γράφετε στίχους και τραγουδάτε λαϊκή μουσική. Είναι μήπως το μέλος (=η μελωδία), ένας τρόπος να προσεγγίσουμε διαισθητικά τα μυστήρια του έρωτα;
Ωραία το θέτετε και η απάντηση είναι «ναι» αλλά δεν αρκούν το μέλος και η ποίηση να καλύψουν αυτό το φαινόμενο που διακατέχει την ύπαρξη, ως αντίβαρο, τρόπον τινά, του φόβου του θανάτου, ένα φαινόμενο που δε φτάνει μια ζωή για να ανακαλύψεις τα μυστικά του, ούτε να το ζήσεις σε πληρότητα.
Η Κωνσταντινούπολη παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο σε πολλούς στίχους σας. «Με τ’όνομά σου στα χείλη θα ξεψυχήσω». Ποια στοιχεία καθιστούν τους δύο λαούς αδερφούς;
Φαινομενικά, οι κοινές συνήθειες και έθιμα λόγω της αναγκαστικής συνύπαρξής τους για αιώνες. Η αλληλογνωριμία τους όμως δεν βοηθήθηκε από τις συνθήκες να γίνει, ώστε να έρθουν σε ουσιαστική επικοινωνία. Έχουμε πολύ δρόμο ακόμη.
Μεγάλο μέρος του έργου σας εστιάζει σε όψεις του λαϊκού πολιτισμού και της αστυγραφίας (βωμολοχικές παροιμίες, Κανάλ ντ’ αμούρ, Καραγκιόζης, ρεμπέτικο). Γιατί παρατηρούμε ότι πολύ συχνά αυτές οι όψεις αποσιωπώνται από την ακαδημαϊκή βιβλιογραφία και την εκπαίδευση; Κατά πόσο οι λαϊκοί μύθοι, τα τραγούδια και οι παροιμίες καθορίζουν το ηθικό υπόβαθρο ενός λαού;
Η παράδοση ενός λαού στηρίζει βασικό μέρος της ταυτότητάς του, εκείνο που κυρίως εκφράζει την θυμοσοφία και το ειδικό βάρος της ψυχοσύνθεσής του. Η ακαδημαϊκή άποψη εκπροσωπεί το επίσημο κράτος, το οποίο ούτε ταυτίζεται, ούτε εκφράζει τον λαό, συχνά μάλιστα μάχεται την παράδοση. Φτωχαίνουμε διαρκώς, όσο η παροιμία δεν παράγεται πια και το τραγούδι συνήθισε να εκπροσωπεί κυρίως την ελαφρότητα και την εκτονωτική μας διάθεση.
Τα σύγχρονα τεχνολογικά μέσα, κατά πόσο έχουν υποσκελίσει τη λαϊκή αφήγηση;
Η μετάβαση από μια κοινωνία που είχε αρχίσει εδώ και μισό αιώνα σταδιακά να αφήνει πίσω της γενικότερα την παράδοση-και δη την λαϊκή αφήγηση- σε έναν κόσμο όπου τα πάντα επικαθορίζονται από την υιοθέτηση των τεχνολογικών μέσων που προτείνουν μια εικονική πραγματικότητα έγινε με έναν περίπου βίαιο εξαναγκασμό. Κάποιοι σαν και του λόγου μου, ελάχιστοι, δημιουργοί, μοιάζουν πια σαν φαντάσματα-θεματοφύλακες μιας αγωγής λόγου που γίνεται πλέον παρελθόν.
Έχετε συγγράψει μυθιστορηματικές αφηγήσεις, με πρωταγωνιστές τους Παπαδιαμάντη, Βιζυηνό, Καβάφη, Οδυσσέα Ανδρούτσο. Μέσω αυτής της διαδικασίας μπορέσατε μήπως εσείς και οι μαθητές σας να κατανοήσετε καλύτερα τις πράξεις και τα έργα αυτών των μεγάλων προσωπικοτήτων;
Οπωσδήποτε, αλλά το κυριότερο όφελος προκύπτει από μια άλλη ανάγνωση των προσωπικοτήτων και της εποχής που έζησαν, κάτι που μπορεί να φέρει μια κάποια ανατροπή στον τρόπο που διαβάζουμε την ιστορία αλλά και τη ζωή μας.
Έργα σας όπως ο Κατάδεσμος και ο Γύρος του Θανάτου έχουν μεταφερθεί στο θέατρο. Πως έχουν επηρεάσει το έργο σας οι συναναστροφές σας με μεγάλους ηθοποιούς του καιρού μας; (Μεντή, Χατζηπαναγιώτης, Ρώπα, Φιλιππίδου);
Συνομιλητές έχω και άλλους από τον κόσμο της τέχνης, όπως ο Παντελής Βούλγαρης, ο Στέλιος Μάινας, η Φιλαρέτη Κομνηνού, ο Δημήτρης Πιατάς, η Νικολέττα Βλαβιανού, ο Ηλίας Λογοθέτης και άλλοι. Λατρεύω τους ηθοποιούς μας, γιατί η συνάφειά τους με τους συνανθρώπους μας τους πριμοδοτεί στον τρόπο αντίληψης των πραγμάτων, ειδικά τους ωριμότερους όταν διαθέτουν ισχυρή υποδομή. Τη ζωή μου κυρίως με την φιλία τους επηρεάζουν, όχι την τέχνη μου.
Ως εκπαιδευτικός, πώς βιώσατε την σταδιακή απαξίωση του μαθήματος της λογοτεχνίας από την ελληνική εκπαίδευση;
Είναι εγκληματίες. Συντελούν στην ολοκλήρωση της αμάθειας και της αγραμματοσύνης και πυροβολούν την ιδιοσυστασία της ταυτότητάς μας, μ’ αυτόν, όπως και με άλλους τρόπους.
«Κλάψε και σώπα/ για βγες και ρώτα/ το ωραίο κοινό,/τη μια σε ρίχνουν/ και σε τσακίζουν,/την άλλη ουρλιάζουν/ και σ’ανεβάζουν/στον ουρανό». Φαίνεται ότι συγκαταλέγεστε σε εκείνους τους καλλιτέχνες που δεν κολακεύουν τους αναγνώστες με «ευκολίες». Ποια είναι η σχέση με το αναγνωστικό σας κοινό;
Εξαιρετική. Έχω πολύ θερμή επικοινωνιακή σχέση. Επειδή είμαι πολύ ιδιαίτερος, όσοι με αγαπούν και με προτιμούν, είναι άνθρωποί μου.
Τι θα μπορούσε να διδαχθεί η σύγχρονη Ευρώπη από τις αξίες της Ανατολής;
Την ανάγκη για απλότητα και ταπεινότητα, την συναισθηματική αγωγή, το χρέος να τους δουν οι δυτικοί ως ισότιμους με την προσφορά βοήθειας και την μάχη για ειρήνευση των λαών.
Στους «Νικητές», με στίχους όπως «μας κερδίσατε μπλόκα στήσατε/ μα δεν μας νικήσατε» φαίνεται ότι απέναντι στην ήττα αντιτάσσετε την ανδρεία και τη σπίθα της ψυχής. Είναι επιλογή, εν τέλει, το να αντικρύζει κανείς τη ζωή με τσαγανό και θάρρος;
Είναι καθαρά στάση ζωής. Όπως έχω πει άλλοτε «έχω φρόνημα και δεν κάθομαι φρόνιμα»
Leave A Comment