Μελετώντας τον κόσμο γύρω μας, παρατηρούμε ότι όλες μας οι δραστηριότητες από τις απλούστερες, έως τις συνθετότερες είναι αποτελέσματα δύο συνδυαστικών διεργασιών του λογικού και βουλητικού μας νου: του σχεδιασμού και της πράξης. Κάθε σκοπόςαιτιολογείται ως ορθός, επομένως και πρακτέος, εφόσον οι συνθήκες για τις οποίες έχει σχεδιαστεί κρίνονται ιδανικές. Αυτά βέβαια ισχύουν όταν δεν υπάρχει κάποιο ειδικό εμπόδιο ικανό να μεταβάλλει, αναστείλει ή απορρίψει τον προγραμματισμένο σχεδιασμό. Τέτοια εμπόδια μπορεί να είναι ηθικά, συναισθηματικά, πρακτικά ή σε συνδυασμό, που συνήθως τίθενται από εμάς τους ίδιους, όταν υπολογίζουμε ότι το βάρος του φορτίου που περιέχει ο σχεδιασμός και τα μέσα που προτιθέμεθα να χρησιμοποιήσουμε για την πραγματοποίησή τουείναι περισσότερο ζημιογόνα παρά ωφέλιμα σε σχέση με τον αρχικό σκοπό. Στον παραπάνω κανόνα ελέγχονται οι έννοιες του λογικού, του παράλογου, εξισορροπούνται τα κριτήρια του σκόπιμου, του μη-σκόπιμου και δοκιμάζονται οι δυνάμεις της προβλεπτικότητας σε σχέση με τις επιδιώξεις μας, που προέρχονται από τις ιδέες. Τι είναι όμως οι ιδέες και πώς λειτουργούν σε σχέση με την ωφελιμότητα;
Οι ιδέες, όπως τις εξετάζουμε εδώ,είναι υποθέσεις της λογικής που καλλιεργούνταιμε σκοπό την αξιοποίηση ευκαιριών και κάρπωση ωφέλειας. Πρόκειται για σκέψεις δημιουργικές, προορισμένες να απαντούν με αποτελεσματικότητα στην αναγκαιότητα της στιγμής.Η αποτελεσματικότητα των ιδεών, κρίνεται μεβάση την ακρίβεια σε σχέση με τον αρχικό της στόχο. Κάθε ιδέα, η οποία παρεκκλίνει από τον σχεδιασμό της και οδηγείται σε επιτυχή αποτελέσματα εξαιτίας τυχαίων γεγονότων, δεν μπορεί να κριθεί ως αποτελεσματική ή πρωτότυπη. Ο απολογισμός της ιδέας επομένωςδεν προηγείται, αλλά έπεται της πραγματοποίησής της· τοδε απολογιστικό κριτήριο κάθε ιδέας που έχει εγκριθεί και εφαρμοστεί, προκύπτει ως συνισταμένη μεταξύ πρόβλεψης και αποτελέσματος.
Ας έχουμε δύο πράγματα στον νου μας: α) κάθε πράξη μας αποτελεί μία, μοναδική και μη αναστρέψιμη μεταβολή στο περιβάλλον, β)τα συμπεράσματα δεν λειτουργούν από το αποτέλεσμα προς την βουλητική μας απόφανση, δεδομένου ότι η πραγματικότητα δεν μας παρέχει την δυνατότητα να επαναφέρουμε χωρίς κόστος κάθε πρότερη της πράξηςμας, κατάσταση. Λαμβανομένων υπόψιν των παραπάνω, θα ήταν λάθος να μιμούμασταν κατά γράμμα ένα «καλό παράδειγμα»εφαρμοσμένου σχεδιασμού κάποιου άλλου, ακόμη και εάν θα φαινότανκατάλληλο για τουςδικούς μας σκοπούς.
Κάθε λογική πιθανότητα, αποτελεί ένα στατιστικό δεδομένο, το οποίο μπορεί να τροποποιηθείαναφορικά προς τις κατευθύνσεις που επιβάλλει η στιγμή. Πριν ακόμη εφαρμοστούν οι σκοποί μας λοιπόν, οφείλουμε να είμαστε βέβαιοι, ότι οι μεταβολές που θα προκαλέσουν: α) θα έχουν μεγαλύτερη ωφέλεια από ζημιά και β) δεν θα καλλιεργήσουν έδαφος για τη δημιουργία νέων, απρόβλεπτων καταστάσεων. Ακολουθώντας τον παραπάνω κανόνα, προκρίνουμε την θετική προοπτική του ωφέλιμου σχεδιασμού και οχυρώνουμε την υφιστάμενη πραγματικότητα από πιθανές ανατροπές.Σε κάθε άλλη περίπτωση, ο σχεδιασμός κινδυνεύει να προσκρούσει σε καταστάσεις ζημιογόνες, η διαχείριση των οποίων δεν θα είναι εύκολο να διαχειριστεί, εφόσον κάθε προσπάθεια επίλυσης θα δημιουργεί και νέα προβλήματα.
Ένα προσφιλές παράδειγμα προς αποφυγή δυσμενών καταστάσεων εξαιτίας πλημμελούς στρατηγικού σχεδιασμού προέρχεται κατευθείαν από τον θεωρητικό νου ενός εκ των μεγαλύτερων φιλοσόφων, το ειδικό βάρος του οποίου επηρεάζει την διανόηση της Δύσης εδώ και 2500 χρόνια. Αναφερόμαστε στο παράδειγμα του Πλάτωνα και της ιδανικής πολιτείας, που εισηγήθηκε στο έργο του Πολιτεία ή Περί Δικαίου.
Διεκδικώντας μείζονα διάκριση του στοχασμού του,στοχεύοντας κατευθείανστο επίπεδο πρακτικότητας, ο Πλάτων σχεδίασε ένα κοινωνικο-πολιτικό πρότυπο, κατά την γνώμη του ιδανικό, με σκοπό να επηρεάσει καθολικά τις σχέσεις κυβερνώντων-κυβερνωμένων. Σύμφωνα με το σχέδιο του Πλάτωνα, εάν όλα τα πολιτεύματα συμφωνούσαν να ακολουθήσουν την ιδέα του, θα δημιουργούνταν μία ασφαλής, διαπολιτισμική και οικουμενική συνθήκη συνύπαρξης, αποτέλεσμα της οποίας θα ήταν η ευδαιμονία. Και ποιος ήταν ο προτεινόμενος πολιτικός προγραμματισμός;
Ο Πλάτων εισηγήθηκε ότι η ιδανική πολιτεία μπορούσε να εφαρμοστεί με επιτυχία, εφόσον η δομή όλων των πολιτικών σχεδιασμών, ακολουθούσε μία απόλυτα αυστηρή τριμερή δομή έχοντας στην κορυφή τους φιλοσόφους, δηλαδή εκείνους που είναι από την φύση τους ικανοί να σχεδιάζουν στρατηγικά και να φέρνουν σε πέρας ζητήματα εξουσίας και ελέγχου χρησιμοποιώντας την λογική, τους φύλακες, τα πρόσωπα που η βιολογία και η ψυχοσύνθεσή τους ρέπουν προς τον φυσικό δυναμισμόκαι -ως εκ τούτου-στην ικανότητα διευθέτησηςζητημάτων εσωτερικής και εξωτερικής ασφάλειας και τους απλούς πολίτες, την πλειοψηφία των ανθρώπων, που με την τακτικότητα της εργασίας τους εξυπηρετούν επιτυχώς τις εσωτερικές ανάγκες διαβίωσης. Περαιτέρω, η ιδανική πολιτεία όφειλε να ελέγχει κατ’ αποκλειστικότητα των διαπαιδαγώγηση των νέων, αποσπώντας τους σε μικρή ηλικία από τους φυσικούς τους γονείς και εκπαιδεύοντάς τους σύμφωνα με τις φυσικές τους κλίσεις.Πέρα από την εκπαιδευτική αξία που προσφέρει το παράδειγμα στοχασμού και ανάλυσης ενός μείζονος φιλοσόφου της κλασικής περιόδου, εύλογα θα αναρωτιόνταν κανείς εάν ο σχεδιασμός της ιδανικής πολιτείας θα μπορούσε να εφαρμοστεί και με ποιες συνέπειες;
Απάντηση στο παραπάνω ερώτημα μας δίνει η ίδια η ιστορία, καθώς ο Πλάτων, επιχείρησε πράγματι να εγκαθιδρύσει το πολιτικό του σχέδιο στην Σικελία, υπό την σύμφωνη γνώμη και επίβλεψη του τύραννου των Συρακουσών, Διονυσίου του Δεύτερου. Για τον σκοπό αυτό ο μαθητής του Σωκράτη πραγματοποίησε δύο ταξίδια στην Μεγάλη Ελλάδα, τα οποία απέβησαν άκαρπα, δεδομένου ότι η πρακτική που εισηγήθηκε απεδείχθη ανεφάρμοστη. Μάλιστα, κατά τη διάρκεια της δεύτερης επίσκεψής του, ο Πλάτων φυλακίστηκε από τον τύραννο Διονύσιο και χρειάστηκε η μεσολάβηση του φιλόσοφου και στρατηγού Αρχύτα, προκειμένου να εξαγοραστεί η ελευθερία του. Έπειτα από την επιστροφή του στην Αθήνα, ο Πλάτων έπαψε να ασχολείται με τα πολιτικά ζητήματα, ίδρυσε την Ακαδημία και περιορίστηκε στην διδασκαλία της φιλοσοφίας.
Το γεγονός της αποτυχίας του Πλάτωνα είναι ενδεικτικό της διανοητικής υπέρβασης, στον σκόπελο της οποίας μπορεί να προσκρούσει καθένας, όταν ο χώρος του λογικού του νου καταληφθεί από την πληθωρικότητα αυθαίρετων εκτιμήσεων.Στην κατάσταση αυτή ο βουλητικός νους επιβεβαιώνεται ψευδώς για την ορθότητα της λογικής εκτίμησηςκαι σπεύδει να θέσει ανέφικτους σκοπούς. Αντιστρέφοντας τον κανόνα μεταξύ πρόβλεψης και αποτελέσματος, η προσήλωση στην αυθεντία του ατομικού θεωρητικού κριτηρίουαδυνατεί να κατανοήσει την απόσταση μεταξύ ιδέας, που όπως είπαμε λειτουργεί με βάση σενάρια της λογικής,και εφαρμογής, δηλαδή σκοπούμενης μεταβολής. Πρόκειται για μία κατάσταση νοητικής σκλήρυνσης, η οποία απομονώνει την βούληση από την λογική, τον σκοπό από τα μέσα επίτευξης, υπό το βάρος ενός εγωισμού, ο οποίος εμποδίζει τον θεωρητικό νου ναεφαρμόσει πρώτιστα τον μείζονα κανόνα ορθής στρατηγικής τακτικής: την μετριοπαθή, απροκατάληπτηαισθητική εποπτεία και λογική ανάλυση.
Ο Πλάτων έθεσε λανθασμένα την προσωπική του άποψη περί ιδεών, ως κορωνίδα της ανθρώπινης διανόησης, λησμονώντας ότικάθε πράξη μας αποτελεί μία, μοναδική και μη αναστρέψιμη παρέμβαση στο περιβάλλον. Τέτοιες αυτονομημένες από το επίπεδο στρατηγικού ελέγχου παρεμβάσεις, είναι ικανές να μας φέρουναπέναντι στα μείζονα ηθικά αιτήματα του Ανθρώπου, όπως είναι η ελευθερία της βούλησης και -κατά προέκταση- η φυσική ελευθερία. Η κοινωνική θέση του Πλάτωνα έδωσε πρόσφορο έδαφος σε μίαανεξέλεγκτη, ψευδήβεβαιότηταπερί ανωτερότητάς του ιδίουκαι της θεωρίας του, υπενθυμίζοντάς μας ότι, η στατιστική, ως λογικό εργαλείο είναι αρκετή για να διαμορφώσει ένα κάδρο πιθανοτήτωνσύμφωνα μόνο μεκαθαρά, δηλαδή επιβεβαιωμένα από την λογική,κριτήρια.
Δεδομένου ότι από την κλασική εποχή μέχρι σήμερα η δομή του εγκεφάλου μας έχει μεταβληθεί από ελάχιστα έως καθόλου και κοιτώντας τα πράγματα από μακριά, σύμφωνα με μελετητική και όχι κριτική οπτική, αντιλαμβανόμαστε ότι η το παράδειγμα αποτυχίας εφαρμογής της ιδανικής πολιτείας έχει διαχρονική ισχύ. Η δε ανάλυσή του, μας υπενθυμίζει ότι κάθε στρατηγικός σχεδιασμός, οφείλει να συναρτά την λογική με τις αξίες, την διασκεπτική ενέργεια με τις πάγιες πολιτισμικές αρχές που μετατρέπουν τις εμπειρίες σε λειτουργικές σχέσεις, έτσι ώστε η εφαρμογή του να έχει μεγαλύτερη ωφέλεια από ζημιά, εφόσον θα περιορίζει την πιθανότητα δημιουργίας νέων, απρόβλεπτων παραγόντων.
Leave A Comment