Η Σοφία Φιλιππίδου είναι μία προσωπικότητα που δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. Είναι από τους ανθρώπους της τέχνης που όλοι ξεχωρίζουν και τιμούν για την προσφορά της στο θέατρο, το αστείρευτο ταλέντο της στην κωμωδία αλλά και για την εξίσου ουσιώδη εμβάθυνσή της όταν προσεγγίζει χαρακτήρες σε έργα των Σαίξπηρ, Μπέκετ, Φώκνερ και Μέλβιλ.
Τα τελευταία χρόνια, μέσω των σεμιναρίων της στον δικό της χώρο πολιτισμού, «Το μαγαζάκι της τ3χνης», σκηνοθετεί σπουδαστές και επαγγελματίες ηθοποιούς, ερασιτέχνες και ανθρώπους που αναζητούν τη λύτρωση μέσα από το θέατρο, και κατά γενική ομολογία του κοινού οι παραστάσεις με το πέρας των σεμιναρίων είναι η μία καλύτερη από την προηγούμενη. Ανάμεσα στα άλλα ταλέντα της, η ηθοποιός με τη χαρακτηριστική φωνή που συναρμόζει στην τέχνη της τα δώρα τόσο του Απόλλωνα όσο και του Διονύσου, καταπιάνεται και με τη συγγραφή.
Μετά την επιτυχία των βιβλίων της με γραπτά μικρής φόρμας, «Με μια σκάλα στο φεγγάρι» (εκδόσεις Καστανιώτη) και «Το τραγούδι της Μαύρης Τρύπας» (εκδόσεις Σοκόλη), επανέρχεται με την πρώτη της ποιητική συλλογή, «Σαράντα Ποιήματα» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Οδός Πανός.
Βέβαια, όποιος γνωρίζει λίγο πιο προσωπικά την κυρία Φιλιππίδου, θα είναι σε θέση να επιβεβαιώσει ότι διαχρονικά η στάση ζωής και ο τρόπος σκέψης στην καθημερινότητά της χαρακτηρίζονται από μια εκλεκτής ποιότητας ποιητική διάθεση. Αυτή τη διάθεση μοιράστηκε γενναιόδωρα και με το Days of Art in Greece η Σοφία Φιλιππίδου, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης που ακολουθεί. –Πάνος Λιάκος
Τα «Σαράντα Ποιήματα» είναι η πρώτη σας ποιητική συλλογή. Ωστόσο, θα έλεγε κανείς, ότι ως καλλιτέχνις είστε «φύσει» ποιήτρια, εφόσον «γεννάτε» και μοιράζεστε εικόνες μέσα από πολλά και διαφορετικά είδη τέχνης (θέατρο, κινηματογράφος, πεζογράφημα).
Φαίνεται πως είμαι ποιητική φύση και χαίρομαι που το αναγνωρίζετε στην ερώτηση σας. Η ποίηση είναι έκφραση, ένα γριφώδες παιχνίδι με τις λέξεις και τα νοήματα, είναι ρεύματα συγκινήσεων… αλχημεία συναισθημάτων… Όλα όσα διακατέχουν την ζωή μας και ζητάν να εκφραστούν και να επικοινωνήσουν. Όμως πιο πολύ εμένα με γοητεύουν οι εικόνες και η δύναμη τους και επιδιώκω να φτιάχνω εικόνες με την φαντασία μου …Κατακλύζομαι από εικόνες. Όταν φτιάχνω μια εικόνα που μου φανερώνεται ή καθώς ανασύρω μια εικόνα από την μνήμη μου, ακόμη και όταν την κατασκευάζω χάριν της ποίησης, νιώθω πως ανακαλύπτω μια αρχέγονη συμβολική γλώσσα, σαν να βγάζω από το χώμα πολύτιμα σπαράγματα λέξεων, φθόγγων και νευμάτων που τα ενώνω για να μοντάρω μια ταινία μικρού μήκους την οποία και προβάλω ταυτόχρονα.
Η ποιητική συλλογή εκκινεί όντως με ένα ποίημα που εμπνευστήκατε «Καθ’ οδόν προς Θεσσαλονίκη». Μιλάτε για το μπλε του ουρανού που «δεν είναι αυτονόητο» και παρατηρείτε την αινιγματικότητα της φύσης. Για εσάς, είναι αποστολή της ποίησης η ανάδειξη αυτών των στοιχείων;
Δεν θεωρώ ότι η ποίηση βρίσκεται σε αποστολή, εκτός αν είναι καθοδηγουμένη. Γνωρίζουμε τι έπαθαν οι ποιητές όταν γράφανε υπό καθοδήγηση. Θεωρώ πως η καλή ποίηση είναι ελεύθερη και ανεξάρτητη. Ξεκινάει από τον ποιητή που περπατάει, σκέφτεται, παρατηρεί και στοχάζεται, που βρίσκεται πάντα σε επαφή με την πραγματικότητα και την φύση το όνειρο και την συνείδηση, ενώ θέλει «επειγόντως» να επικοινωνήσει. Όταν λέω δεν είναι «αυτονόητο το μπλε του ουρανού» επιθυμώ να ξανακοιτάξουμε εκείνα όσα απαιτούμε από την ζωή σαν να είναι αυτονόητα: την αγάπη, ας πούμε, την εκτίμηση, τον σεβασμό την εμπιστοσύνη… την αποδοχή κλπ. Το μπλε του ουρανού είναι για μένα το μπλε, το μαύρο, το κόκκινο, το γκρι της ψυχής των πραγμάτων και σαν τέτοιο δεν μπορούμε να το βλέπουμε σαν να είναι δειγματολόγιο χρωμάτων. Υπάρχουν άπειρα επίπεδα πίσω από «το μπλε του ουρανού» και άλλα τόσα «πως και γιατί» μέσα σ αυτό το φυσικό φαινόμενο και όλα συνδέονται με απίστευτα περίπλοκες αλλά και γοητευτικά απλές και άπειρες φυσικές διεργασίες. Προτείνω λοιπόν ένα άλλο βλέμμα πιο βαθύ και ουσιαστικό, που να μην είναι τουριστικό.
Η ποίησή σας πάλλεται σε σημεία από σκωπτική διάθεση απέναντι στην Ελλάδα των επιχορηγήσεων και της κοινωνίας του θεάματος: «Η Ελλάδα στην επαρχία φτυαρίζει την λάσπη/ Στην πρωτεύουσα είναι πρωταγωνίστρια/ Μιας μυθοπλασίας». Ποιες διεργασίες συντελούνται εντός του ποιητικού «εγώ», όταν ένα τέτοιο «ποίημα έρχεται»;
Το ποιητικό μου εγώ βρίσκεται σε μεγάλη αναταραχή όταν συμβαίνει κάτι λυπηρό στον κόσμο, αλλά ταυτόχρονα είναι και αμήχανο, ακίνητο, και αδρανές σωματικά ενώ πνευματικά πάλλεται. Η μια εκδοχή λοιπόν είναι να πάρω ένα φτυάρι και να πάω στην επαρχία να φτυαρίζω τις λάσπες όπως καθαρίζω κάθε μέρα τις ακαθαρσίες σκυλιών από το πεζοδρόμιο μου (επειδή τα αφεντικά τους είναι ασυνείδητα. )Η ποίηση μου έδωσε την δυνατότητα να φτιάξω μια αλληγορία με δυο εικόνες που «συντάραζαν» παραδόξως και με την ίδια δυναμική το τηλεοπτικό τοπίο.
Στα ποιήματά σας μιλάτε για πράσινους κήπους της προσωπικής ζωής αλλά και την τελική συντριβή που βιώνει κάθε τι στον κόσμο αυτό. Πώς προχωράει η ποίηση με αυτά τα δύο αμφίρροπα αισθήματα υπό μάλης;
Η ζωή προχωράει αναπότρεπτα προς τον θάνατο. Αυτό που αλλάζει σε κάθε άνθρωπο είναι από πιο δρόμο θα πάει προς τα κει. Η πύλη του Άδη είναι μια, οι δρόμοι και τα μονοπάτια προς την πύλη χιλιάδες. Έτσι λοιπόν νομίζω, πως είτε σερνάμενος είτε πετώντας, περπατώντας ή τρέχοντας σε λεωφόρους με μεγάλες ταχύτητες ή σε μονοπάτια με τα πόδια, ο στόχος είναι να δούμε και να πάθουμε πολλά έτσι που να φτάσουμε γεμάτοι εμπειρίες στο φινάλε. Όσο για την ποίηση μου, προχωράει συντετριμμένη μέσα από καταπράσινους κήπους και από σκοτεινά λαγούμια, με χαρά και με φόβο, με δύναμη και ορμή, με πίστη και πάθος, έχοντας για προορισμό όχι μόνο το ταξίδι αλλά κυρίως το φτάσιμο. (Έλευσις).
Όπως και στη ζωή, έτσι και στο έργο σας συναντάει κανείς μια σύζευξη διονυσιακού και απολλώνιου στοιχείου. Πώς επιτυγχάνεται μέσα στο βίο μας η ισορροπία αυτών των δύο θεοτήτων;
Τα δυο αυτά στοιχεία, οι αρχαίες θεότητες του μύθου, συνοψίζουν την ανθρώπινη ιστορία, την πορεία και τα πάθη της. Το ένστικτο από την μια, το πνεύμα από την άλλη, με χοντρικούς όρους. Στην πορεία μας και με τα χρόνια όταν αντιληφθούμε τις δυο αυτές ζωογόνες ροπές κάνουμε συνειδητές προσπάθειες να τις «παντρέψουμε» ώστε να ισορροπήσουν μέσα μας με έναν τρόπο δίκαιο ωραίο και αληθινό. Αυτή η ισορροπία είναι νομίζω και η λεγόμενη ευτυχία ή αλλιώς χαρά της ζωής.
Ανήκετε σε εκείνη τη χορεία ποιητών που υμνούν τις γάτες (Έλιοτ, Μπάροουζ, Μπουκόφσκι). Τι διαστάσεις αποκτάει η ζωή και η καλλιτεχνική μας δημιουργία, όταν συμβιώνουμε με αυτά τα πανέξυπνα αιλουροειδή;
Παρατηρώντας τις γάτες έμαθα πολλά πράγματα χρήσιμα για την προσωπική μου ζωή. Ο τρόπος που διεκδικούν τον χώρο, που αγωνίζονται για οποιοδήποτε καινούργιο χώρο, (ας είναι και μια νάιλον σακούλα) πώς θα τον κατακτήσουν μπαίνοντας μέσα του, με συναρπάζει. Έπειτα με ξαφνιάζει η επαφή τους με τον χρόνο. Χωρίς ρολόγια χωρίς ξυπνητήρια ξέρουν ακριβώς τι ώρα είναι, για να ζητήσουν εκείνο που θέλουν, που δεν το ξεχνάνε ποτέ! Μυρίζουν σε υψηλές συχνότητες και ακόμη βγάζουν νύχια ! Είναι συναρπαστικό. Καλά είναι να τα ξέρουμε αυτά εμείς οι ηθοποιοί και γενικώς όσοι ασχολούνται με την τέχνη. Επίσης, δεν βαριούνται να κάνουν κάθε μέρα τα ίδια: μια τελετουργία της ζωής… χωρίς να ξέρω αν είναι και τελετουργία θανάτου!
Η φιγούρα των γονέων στο περιθώριο της μνήμης και η ιδέα των «λαθών που μας περιμένουν στους αμμόλοφους», παραπέμπουν κάποιον στο έργο του Σάμουελ Μπέκετ. Αξίζει, τελικά, κανείς να γράφει ακόμη κι όταν «δεν έχει τίποτα να πει», όπως σημείωνε ο μεγάλος συγγραφέας;
Ο μεγάλος νομπελίστας συγγραφέας, θέλοντας να μας πει ότι δεν έχει τίποτα να πει, έγραψε αριστουργήματα και το μάθημα είναι ότι όλα ειπωθήκαν, αλλά πάντα υπάρχει άλλος τρόπος να πεις τα ίδια και χιλιάδες τρόποι να πλέξεις με τις λέξεις, το δικό σου πλεκτό… Οι γονείς, η μητέρα κυρίως, η καταγωγή και τα λάθη μας, είναι η ταυτότητα μας και με αυτήν την έννοια υπάρχει μια σχέση με το ρεύμα του υπαρξισμού και το κίνημα του Παραλόγου που διαπραγματεύτηκε ο Μπέκετ . Το ζήτημα είναι πως υπάρχει μεγάλη έννοια, όλα αυτά να γίνουν με ωραίο και αυθεντικό τρόπο… να είμαι δηλαδή αληθινή, σύγχρονη και ανατρεπτική. Προσωπικά νομίζω πως την στιγμή που έγραφα έλυνα κάποιους κόμπους από τα δεσμά μου και έφευγα εν μέρει από τις κοινωνικές συμβάσεις και τις φυλακές μου για να τρέξω σχεδόν πηδώντας … για να κυλιστώ νοερά ελεύθερη στα «δροσερά λιβάδια»… Η άλλη εκδοχή είναι να είσαι νέος και ιδιοφυής και να έχεις το κουράγιο να βυθιστείς στην λάσπη … παραδομένος στο φριχτό γέλιο του ηλίθιου, όπως ο έξοχα απελπισμένος Αρθούρος Ρεμπώ.
*H πρώτη ποιητική συλλογή της Σοφίας Φιλιππίδου κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Οδός Πανός. Το βιβλίο βρίσκεται ήδη στη δεύτερη έκδοσή του.
Leave A Comment