Οι αναζητητές των σπάνιων διαμαντιών της ελληνικής θεατρικής σκηνής συμφωνούν ότι η «Θυσία του Ιεφθάε» του Καισάριου Δαπόντε, που παρουσιάζει ο σκηνοθέτης Ιωσήφ Βιβιλάκης και η ομάδα «Οθόνιον» για πρώτη φορά στην Ελλάδα στο Θέατρο Καλιρρόης, αποτελεί μία από τις εμπειρίες της σεζόν που οφείλει κανείς να προσφέρει στον εαυτό του. Ο Βάλτερ Πούχνερ έγραψε για την παράσταση πως «πρόκειται για ένα άλλο τολμηρό εγχείρημα αντίστασης σε αυτό τον πολιτισμικό πολτό που μας κατακλύζει».

Πράγματι, η ομάδα «Οθόνιον» που δημιούργησε ο Ιωσήφ Βιβιλάκης στα πλαίσια ενός μαθήματος για το θέατρο σκιών που δίδασκε στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του ΕΚΠΑ, επανέρχεται με μία πολυσυλλεκτική παράσταση που αναδεικνύει τις επιρροές του Δαπόντε από το αρχαιοελληνικό θέατρο και τη λαϊκή παράδοση. Την ίδια στιγμή, οι μουσικοί επί σκηνής, η αιθέρια παρουσία της υψιφώνου Τζίνας Φωτεινοπούλου στο ρόλο της κόρης, η ομάδα του Άθου Δανέλλη πίσω από το μπερντέ του θεάτρου σκιών, τα ζωγραφιστά σκηνικά και μια σχεδόν βυζαντινή προσέγγιση στις φιγούρες από το Γιώργο Κόρδη δημιουργούν μια κατανυκτική ατμόσφαιρα στην οποία επανέρχεται κανείς νοερά για μέρες μετά το τέλος της παράστασης που παρακολούθησε.

Με αφορμή τις παραστάσεις της ομάδας του, ο σκηνοθέτης Ιωσήφ Βιβιλάκης μοιράζεται στο Days of Art in Greece τις γνώσεις του πάνω στο έργο του Δαπόντε και τη σκηνοθετική προσέγγιση που ακολούθησε συναρμόζοντας καλλιτέχνες από διαφορετικούς τομείς δράσης.

Kατερίνα Μιχαλάκη, Άθως Δανέλλης, Νικόλας Τζιβελέκης

Το έργο του Δαπόντε, ιδίως με τη θυσία της μοναχοκόρης, απηχεί τη θυσία της Ιφιγένειας. Μιλήστε μας για το πώς συνδέεται το έργο του Δαπόντε με την αρχαία τραγωδία.

Η «Θυσία του Ιεφθάε» παραπέμπει στην αρχαία τραγωδία γιατί αφομοιώνει δομικά στοιχεία του αρχαίου δράματος. Το ίδιο το κείμενο ως σύνθεση έχει δραματική μορφή με έναν εξαιρετικά ζωντανό διάλογο, αλλά και σκηνικές οδηγίες, που σημαίνει ότι ο συγγραφέας του έργου Καισάριος Δαπόντες (1713-1784) φανταζόταν το δράμα του να παίζεται σε έναν ξεχωριστό χώρο, σε έναν σκηνικό τόπο. Στον Πρόλογο σημειώνεται ότι η υπόθεση περιγράφεται «τραγικώς, όμως δεν φυλάττει τους κανόνας της τραγωδίας ανελλιπώς». Σαφώς γνωρίζει ο ποιητής τα αρχαία πρότυπα λόγω της βαθιάς και εκτεταμένης παιδείας του και θα πρέπει να είχε έλθει σε επαφή με την «Ιφιγένεια» του Ευριπίδη.

Το εξαιρετικά ενδιαφέρον είναι ότι το έργο ξεκινάει στη φυλακή που βρίσκεται ο ίδιος ο Δαπόντες έγκλειστος στην Κωνσταντινούπολη και ολοκληρώνεται με έναν μονόλογο και μια ευχή προς τον Ιεφθάε και την κόρη του να δεχθούν την τραγωδία που συνέθεσε ως ύμνο και έπαινο προκειμένου να μεσιτεύσουν στον Χριστό για να λήξει η προσωπική του περιπέτεια. Ένα άλλο στοιχείο είναι η αναφορά του Δαπόντε στη μη τήρηση των κανόνων για τη συγγραφή τραγωδίας, αν και ακολουθεί τον Αριστοτέλη ως προς τον τραγικό πρωταγωνιστή: ένα πρόσωπο με ξεχωριστές ικανότητες, ένας στρατηλάτης αρχηγός, ένας πολεμικός ήρωας, που βιώνει μια ιστορία και οδηγείται στην καταστροφή, λόγω μιας αστοχίας του.

Ένα ισχυρό στοιχείο στο έργο που το φέρνει κοντά στη λογική της αρχαίας τραγωδίας είναι ο χορός και τα χορικά άσματα στο τρίτο μέρος. Ο βασικός χορός είναι η ομάδα των κοριτσιών που συνοδεύουν την κόρη στο βουνό για να την πενθήσουν. Ο χορός τραγουδάει και κινείται στη σκηνή συμμετέχοντας σε μια σειρά από μοιρολόγια εκφράζοντας συναισθήματα, ώστε το κοινό να βιώσει και να διεισδύσει στην ψυχολογία των ηρώων και στις απόψεις του ποιητή. Στον χορό αυτό προστίθενται ομάδες των Σειρήνων, Χαρίτων και Νυμφών. Μέσα από την παρουσία αυτών των υπερκόσμιων πλασμάτων, που παρουσιάζονται ως συγγενείς της κόρης, έχουμε την ευκαιρία να δούμε την ιστορία από την πλευρά των γυναικών και να σκεφτούμε πώς βλέπουν έναν άντρα πολεμιστή που έκανε ένα φρικτό λάθος.

Ο θρήνος στην παράσταση λειτουργεί ως κάθαρση και εννοώ ότι η πρόσληψη της φρικτής εμπειρίας γίνεται με τέτοιον τρόπο ώστε να μην πληγωθεί ο θεατής, παρόλο που η μακρινή κόρη γίνεται εξαιρετικά οικεία και αναγνωρίσιμη. Η τελετή με τα μοιρολόγια διεξάγεται μακριά από τον πολιτισμό, εκτός χρόνου, αποκτώντας έτσι μια συμπαντική διάσταση που φέρνει κοντά στην παράδοση του δημοτικού τραγουδιού.

Τζίνα Φωτεινοπούλου

Η παράστασή σας είναι πολυσυλλεκτική. Συνδυάζει τη μουσική, την υποκριτική αλλά και τις φιγούρες σκιών. Ποιος ο σκηνοθετικός σας ρόλος ως προς την «συν-άρμοση» όλων αυτών των διαφορετικών μορφών τέχνης;

Όταν με ρωτούν σε ποια κατηγορία ανήκει η παράσταση η απάντηση είναι δύσκολη γιατί το σκηνικό αποτέλεσμα ξεφεύγει από τη συμβατική κατηγοριοποίηση. Το κείμενο του Δαπόντε το οποίο είναι ένα αριστούργημα με απασχολεί ερευνητικά πάνω από δεκαπέντε χρόνια και με οδήγησε σε συγκεκριμένες επιλογές για την παράσταση, έχοντας στο νου το βασικό ερώτημα για τον τρόπο που θα αποδοθεί το τελετουργικό στοιχείο που θα οδηγούσε στη μέθεξη των θεατών.

Σκεπτόμουν ότι όλα στην παράσταση θα έπρεπε να συντείνουν σε μια επιτέλεση αποχωρισμού και συμφιλίωσης με τον θάνατο και η παρουσία του χορού έδωσε την ιδέα ώστε όλη η παράσταση να έχει οπερατική διάσταση. Αφετηρία, βέβαια, ήταν να ακουστεί σωστά το δραματικό κείμενο, ο ποιητικός λόγος του Δαπόντε που είναι γραμμένος, κυρίως, σε δεκαπεντασύλλαβο, αλλά και να δείξουμε επί σκηνής όλη την ιστορία μέχρι και τη θυσία που ιστορικά τοποθετείται γύρω στο 1106 π.Χ., στην εποχή των Κριτών της Παλαιάς Διαθήκης.

Επεξεργάστηκα το κείμενο δραματουργικά προκειμένου να έχουμε ένα σώμα που θα υπηρετούσε την παράσταση, μια δραματική ιστορία που θα είναι κατανοητή σε όλους, μάς αφορά σήμερα και οφείλουμε να αφηγηθούμε με εικόνες και μουσική. Επέλεξα τα κομμάτια που θα ήταν τα τραγούδια των ηρώων, δίχως να καταφύγω στη διασκευή, παρά μόνο σε κάποια σημεία όπου πρόσθεσα στίχους που προωθούσαν τη δράση.

Η εικονοποιΐα για την κόρη είναι πλουσιώτατη, όπως και γενικότερα το υλικό του έργου που έχει ποικίλες προελεύσεις, στοιχεία που θέλαμε να φανούν με απλότητα και φυσικούς τρόπους. Επομένως, στόχος ήταν να μην έχουμε μια τυπική παράσταση θεάτρου αλλά να πειραματιστούμε σε ποικίλες μορφές, με τη σκιά, το τρισδιάστατο σώμα και τις μουσικές φόρμες σε έναν χώρο περιορισμένο, όπως είναι το Θέατρο Καλλιρόης, ένα blackbox, που μας ταίριαξε λειτουργικά. Το θέατρο σκιών κρίθηκε απαραίτητο γιατί την εποχή που γράφεται το έργο ήταν ένα αγαπητό καλλιτεχνικό είδος στην οθωμανική αυτοκρατορία, ενώ ταυτόχρονα δημιουργεί μια απόσταση, ιδίως στη βίαιη σκηνή της θυσίας.

Ο Καραγκιόζης ως συνδετικός κρίκος εμφανίζεται στον ρόλο του Ποιητή, ο οποίος διατηρήθηκε στα κρίσιμα σημεία της υπόθεσης, κρατώντας τον ρόλο του αφηγητή, και αποφορτίζει την ατμόσφαιρα όταν η ένταση φθάνει σε οριακή κατάσταση.

Οι υψηλής αισθητικής χρωματιστές φιγούρες και τα σκηνικά που δημιουργήθηκαν από τον σπουδαίο ζωγράφο Γιώργο Κόρδη μας έδωσαν την οπτική ατμόσφαιρα που είχαμε ανάγκη. Τα πρόσωπα του έργου πίσω από τον μπερντέ εμψυχώνονται από δύο εξαιρετικούς παίκτες, τον αρχιμάστορα Άθω Δανέλλη και τον Νικόλα Τζιβελέκη, έναν από τους σημαντικότερους εκπροσώπους των νέων καραγκιοζοπαικτών. Υπάρχει μια αποκρυστάλλωση σε απλές γραμμές της υποκριτικής τέχνης στο θέατρο σκιών, έχει πει ο Φώτος Πολίτης, και αυτό προσπαθούμε να κατακτήσουμε σε όλες τις παραστάσεις με την ομάδα μας το Οθόνιον: απλότητα και ειλικρίνεια. Σε κάθε σκηνική μας απόπειρα αυτό κατατίθεται στην κρίση των θεατών. Οι παίκτες κάνουν όλους τους ρόλους διά της αλλαξοφωνίας και μπαίνουν στη διαδικασία της υποκριτικής, όπως συμβαίνει με όλους τους ηθοποιούς.

Από κει και πέρα για μένα ήταν αυτονόητο ότι θα πρέπει να γραφτεί μουσική, η οποία θα ερμηνευθεί στη σκηνή και θα σφραγίσει αισθητικά την παράσταση. Ο Θεολόγος Παπανικολάου ανέλαβε το κομμάτι της σύνθεσης αλλά και της ερμηνείας μαζί με τον εκπληκτικό μουσικό Γιώργο Ταμιωλάκη στο τσέλο. Ο Παπανικολάου δημιούργησε μια πρωτότυπη θεσπέσια μουσική σύνθεση που λειτουργεί σε όλη τη διάρκεια της παράστασης και κινείται μεταξύ βυζαντινού μέλους, της λαϊκής παράδοσης της Μεσογείου, συνδυάζοντας και φόρμες από την ευρωπαϊκή μουσική.

Η μεγάλη πρόκληση ήταν να έχουμε μαζί μας έναν performer του οποίου το σώμα θα είναι εκφραστικό μέσο μπροστά από τον μπερντέ. Η λυρική τραγουδίστρια Τζίνα Φωτεινοπούλου αποτέλεσε την ιδανική επιλογή, γιατί η ίδια συνδυάζει τεράστια εμπειρία στην όπερα και στην υποκριτική και συνέβαλε αποφασιστικά στην όψη της παράστασης. Ανέλαβε τον ρόλο της κόρης, αλλά και όλα τα χορικά μέλη τα οποία ερμηνεύει με εξαιρετική μιμική, κίνηση και χειρονομίες μπροστά από τον μπερντέ. Ουσιαστικά στον γόο της κόρης με την Φωτεινοπούλου έχουμε την κορύφωση της τραγωδίας, όπως εκφράζεται από τις φίλες της στο βουνό. Στο τραγούδι συμβάλει και η Κατερίνα Μιχαλάκη στον ρόλο της μητέρας που τον ερμηνεύει πίσω από τον μπερντέ, ενώ παράλληλα βοηθά τους παίκτες.

Η συναρμογή των επί μέρους στοιχείων δεν ήταν εύκολη υπόθεση αφού οφείλαμε να υπηρετήσουμε συνολικά την παράσταση και να κινηθούμε σε δρόμους και ηχοτοπία μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Ακόμη, έπρεπε να συνδυαστούν δυο διαφορετικοί τρόποι υποκριτικής, πίσω και μπροστά από τον μπερντέ, να συνομιλήσει η Φωτεινοπούλου με τους παίκτες, και αυτό δεν ήταν απλώς θέμα συντονισμού, αλλά και εξοικείωσης διαφορετικών καλλιτεχνικών ειδικοτήτων. Ένα σημαντικό στοιχείο είναι ότι η μη χρήση μικροφώνων λειτούργησε απελευθερωτικά για την ερμηνεία όλων των performers. Ακόμη έπρεπε να βρεθεί μια ισορροπία στα διάφορα εκφραστικά μέσα προκειμένου να συλλειτουργήσουν αρμονικά στη σκηνή, όπως και ο ρυθμός της παράστασης. Απαιτήθηκε πολύ ατομική και συλλογική εργασία μέχρι να φτάσουμε στο τελικό αποτέλεσμα, στην πραγματοποίηση του σκηνικού συμβάντος, ώστε να αναδειχθεί τόσο η φρεσκάδα του κειμένου όσο και η δύναμη της ιστορίας, προκειμένου να αγγίξει το κοινό, κάτι που είναι απρόβλεπτο και διαφορετικό, λόγω της μοναδικότητάς του, κάθε φορά.

Αισθάνομαι τυχερός που συνεργάζομαι με τη συγκεκριμένη ομάδα των πολυτάλαντων καλλιτεχνών που έχουν υψηλή την αίσθηση της συνδημιουργίας και αυτό φάνηκε σε όλη τη διαδικασία των προβών μέχρι την έναρξη των παραστάσεων. Ο ένας νοιάζεται για τη δουλειά του άλλου και το λέω αυτό γιατί δεν είναι δεδομένη η σύνδεση των ερμηνευτών σε μια παράσταση. Δεν αρκεί να κάνεις καλά τη δουλειά σου στη σκηνή, χρειάζεται κάτι παραπάνω όταν είσαι μέλος μιας ομάδας: να προσέχεις κάθε στιγμή τι συμβαίνει και να δίνεις χώρο στους συνεργάτες σου, ώστε να υπάρχει διαρκής σκηνική επικοινωνία. Μαθαίνουμε συνεχώς μεταξύ μας νέα πράγματα. Ό,τι έχουμε καταφέρει να ανακαλύψουμε σε αυτή τη συνεργασία το κατορθώσαμε γιατί είμαστε μαζί και έχουμε μεταξύ μας εμπιστοσύνη.

Θεολόγος Παπανικολάου

Η προσέγγισή σας στο έργο του Δαπόντε, φαίνεται ότι εμπνέεται αρκετά από το στοιχείο της λαϊκής παράδοσης που εντοπίζει κανείς στους θρήνους και τους δευτεραγωνιστές. Τί μπορεί να μας διδάξει σήμερα η αναπαράσταση της λαϊκής σοφίας και αισθητικής;

Έχει ενδιαφέρον ότι τα χορικά μέλη στο έργο δεν εκφράζουν τις αξίες της πόλης αλλά τη συλλογική εμπειρία των ευάλωτων θηλυκών. Η φύση λειτουργεί ως το ασφαλέστερο πλαίσιο για να εκφραστούν, να μοιραστούν τα τραύματα, να δείξουν τα κάλλη τους δίχως φόβο για τα επιθετικά βλέμματα των αντρών γιατί «λείπει του ανδρός το πονηρό μάτι» αλλά και το «φθονερό, περίεργο και φαρμακευμένο μάτι» των γυναικών της πολιτείας, όπως λέει ο Δαπόντες.

Στην ερημία και στη φύση αλλάζουν οι όροι και δημιουργείται μια νέα κοινότητα με τις αδελφές της ηρωίδας, εδώ η κόρη μπορεί να εκφραστεί ελεύθερα, ενώ στη φυσική της οικογένεια είχε περιοριστεί μόνο στην υπακοή, προκειμένου να εκπληρωθεί το τάμα του πατέρα.

Οι θρήνοι του έργου βασίζονται σε υλικά της λαϊκής παράδοσης, σε τελετουργίες και πρακτικές που χάνονται στον χρόνο αλλά τις γνωρίζουμε από τα χορικά της αρχαίας τραγωδίας, όπου παριστάνεται ο πόνος του σώματος, προκειμένου να εκτονωθούν όλα τα φορτία που κατακλύζουν τις φίλες της κόρης. Προτού ξεκινήσει ο θρήνος υπάρχει μια δυσκολία για την έκφραση της θλίψης, κάτι που το γνωρίζουμε από το αρχαίο δράμα αλλά και τη βυζαντινή λογοτεχνία, όπως και στο εκκλησιαστικό κήρυγμα. Υπάρχει μια αμηχανία μέχρι τη συμφιλίωση με το γεγονός της απώλειας. Εδώ, έχουμε μια σειρά από τραγούδια αλλά και μια ολόκληρη τελετή με έντονα τα στοιχεία της βίας, όπως τραυματισμός στο σώμα μέχρι ματώματος, κτύπημα στο στήθος και δάρσιμο στο κεφάλι. Οι αδελφές της κόρης αφού λύσουν τα μαλλιά μεταμορφώνονται σε μοιρολογήτρες που φθάνουν μέχρι τον παροξυσμό. Λένε σε ένα σημείο:

«Το πρόσωπόν μας ας δαρθή, τα μάγουλ᾽ ας σχισθώσι

Και πρόσωπον και μάγουλα όλα ας ματωθώσι.»

Η παράσταση του πόνου μας παραπέμπει στις «Χοηφόρους» του Αισχύλου, όπου στην πομπή των γυναικών ο θρήνος απαιτεί μάτωμα του προσώπου. Όσο και να φαίνονται αυτές οι πρακτικές ξένες για την εποχή μας, εδώ μπαίνουμε στη διαδικασία να σκεφτούμε την ανάγκη που έχουμε να πενθήσουμε, δηλαδή να εκφράσουμε τη θλίψη μας για ένα χαμένο πρόσωπο και όχι να απωθήσουμε τα συναισθήματά μας κάτω από μανδύες καθωσπρεπισμού. Το έργο, τελικά, μεταφέρει θρηνωδίες από νεκρώσιμες τελετές και μας δείχνει τι σημαίνει συλλύπηση. Το πένθος είναι υπόθεση της ομάδας, της κοινότητας. Από την άλλη διαπιστώνουμε πόσο αβίαστα εντάσσεται ο αρχαίος κόσμος με τις εξωκόσμιες γυναικείες δυνάμεις στο μεταβυζαντινό περιβάλλον. Με αφορμή τη Βίβλο και την ιστορία της Παλαιάς Διαθήκης, ενώνονται ιδιοφυώς παραδόσεις με έναν τολμηρό και ιδιαίτερα δημιουργικό τρόπο. Ο Δαπόντες διασώζει αρχεία του λαϊκού πολιτισμού, προφορικές αφηγήσεις, τραγούδια και πρακτικές που επιβεβαιώνουν τη σημασία του τραγικού στην ανθρώπινη ζωή.

Γιώργος Ταμιωλάκης

Έχετε διδάξει επί σειρά ετών στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του ΕΚΠΑ. Πόσο διαφέρει η εκπαιδευτική διαδικασία από την πρακτική εφαρμογή των στοιχείων της σκηνοθεσίας και θεατρολογίας κατά τη διάρκεια προετοιμασίας μίας παράστασης;

Θεωρία και πράξη είναι αλληλένδετες πραγματικότητες. Η παράσταση δεν νοείται δίχως θεωρητική επεξεργασία, ιστορικό υπόβαθρο και γνώση των συνθηκών συγγραφής του κειμένου. Η καθιέρωση των θεατρικών σπουδών σε πανεπιστημιακό επίπεδο έχει αλλάξει δραστικά τον χάρτη στον θεατρικό χώρο και όποιος μπαίνει στην ερευνητική διαδικασία αντιλαμβάνεται άμεσα τη στενή σχέση πράξης και θεωρίας. Στη συνείδησή μου το παιδαγωγικό στοιχείο συνδέει εκπαίδευση και προετοιμασία της παράστασης. Απαιτείται προετοιμασία και ανάλυση τόσο στο μάθημα σε μια τάξη όσο και σε μια ομάδα ερμηνευτών. Και οι δύο έρχονται να μάθουν, να ανακαλύψουν, να πάνε παραπέρα, να μετακινηθούν. Η διαφορά έγκειται στο εξής: όταν το μάθημα είναι θεωρητικό ή ιστορικό, το βιωματικό στοιχείο στη μαθησιακή εμπειρία είναι περιορισμένο. Αυτό αίρεται σε εργαστηριακά μαθήματα όπου εκτοξεύεται η δημιουργικότητα στα ύψη και όλα γίνονται μοναδικά. Νά, γιατί η θεατρική τέχνη θα πρέπει πιο ενεργά στα σχολεία και όχι να βρίσκεται στο περιθώριο, όπως συμβαίνει σήμερα με τη Θεατρική Αγωγή σε λίγες τάξεις του Δημοτικού. Στην προετοιμασία μιας παράστασης από την πρώτη ανάγνωση σύντομα η ομάδα περνάει στην πρακτική, δηλαδή στη δημιουργία των ρόλων, στην εκμάθηση των τραγουδιών, στην κατασκευή των σκηνικών και των κοστουμιών. Πάντως, και στις δυο περιπτώσεις ισχύει αυτό που έχει πει ο Πιραντέλλο για την τέχνη του θεάτρου: «Είναι μια πράξη ζωής που δημιουργείται, λεπτό προς λεπτό, πάνω στη σκηνή». Είτε είναι σκηνή είτε αίθουσα διδασκαλίας αυτό που συμβαίνει εκεί είναι μια πράξη ζωής.

***Ευχαριστούμε θερμά το σκηνοθέτη Ιωσήφ Βιβιλάκη για την παραχώρηση των φωτογραφιών που τράβηξε για τις ανάγκες της παράστασής του

Share This Story, Choose Your Platform!