Γιώργος Χαρωνίτης

Τμήμα Επεξεργασίας Αρχείων, Ευρετηρίασης Εθνικού Ευρετηρίου Αρχείων (Ε.Ε.Α.) και Ειδικών ιστορικών αρχείων 

Γενικά Αρχεία του Κράτους, Κεντρική Υπηρεσία

Βρισκόμαστε στο 1953, σε μια εποχή όπου οι απαγορεύσεις και οι κατασχέσεις βιβλίων, ακόμα και έργων παγκόσμιας ακτινοβολίας (όπως των Ουγκώ, Ντοστογιέφσκι κ.ά.), αποτελούσαν συνηθισμένη πρακτική. Σε αυτό το πλαίσιο, επιχειρήθηκε η απαγόρευση δύο βιβλίων: της ποιητικής συλλογής του Τάσου Λειβαδίτη «Φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου» και της μετάφρασης του έργου του Στάλιν «Οικονομικά προβλήματα του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ» από τον Ανδρέα Πάγκαλο. Οι δύο συγγραφείς συνελήφθησαν το 1954 και κατηγορήθηκαν για εσχάτη προδοσία βάσει του άρθρου 2 του ΑΝ509/1947, ενώ τα αντίτυπα των βιβλίων τους κατασχέθηκαν. 

Η δίκη διεξήθχη στις 9-2-1955, στο Εφετείο Αθηνών με γνωστούς λογοτέχνες και δημοσιογράφους να καταθέτουν ως μάρτυρες υπεράσπισης, ενώ μάρτυρες κατηγορίας ήταν αστυνομικοί και ένας πανεπιστημιακός. Ο αντιεισαγγελέας Εφετών Νικόλαος Λάσκαρης αγόρευσε υπέρ της αθώωσης των κατηγορουμένων και της επιστροφής των κατασχεμένων εντύπων (222 αντίτυπα του έργου του Λειβαδίτη και 7 αντίτυπα της μετάφρασης του Πάγκαλου). Η αθωωτική απόφαση έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από τον πνευματικό κόσμο και τις εφημερίδες. 

Το κατηγορητήριο και η απόφαση όπως αναφέρεται στο πρακτικό της δίκης (9-2-1955)

Ωστόσο, η επιδοκιμασία δεν ήρθε χωρίς συνέπειες. Αρχικά ο Εισαγγελέας Εφετών αποστέλλει στις 11 Φεβρουαρίου 1955 στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου το φύλλο 713/10-2-1955 της εφημερίδας Αυγή, που δημοσίευε περίληψη της δίκης και της αγόρευσης του Λάσκαρη, ζητώντας την άρση της λογοκρισίας και των εκτοπίσεων των πνευματικών ανθρώπων. Ο Λάσκαρης κλήθηκε προφορικά να δώσει εξηγήσεις και υπέβαλε αναφορά στις 22 Φεβρουαρίου 1955.

Λίγο αργότερα, κατέφθασε, στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, παραγγελία του Υπουργού Δικαιοσύνης  (ΕΠ138/11-4-1955) για διοικητική ανάκριση εναντίον του Λάσκαρη και των μελών της σύνθεσης του δικαστηρίου.  Αιτία ήταν η αναφορά της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΚΥΠ) που σχετιζόταν με τα κοινωνικά φρονήματα του Λάσκαρη. Στην αναφορά τονίζονταν τα εξής: 

Δια το παρελθόν του Αντιεισαγγελέως Εφετών κου Λάσκαρη η Υποδιεύθυνσις Γενικής Ασφαλείας Αθηνών κατέχει τα εξής στοιχεία: «Διετέλεσε μέλος Λαϊκής Επιτροπής Μεταξουργείου κατά το κίνημα του Δεκεμβρίου 1944 και δικαστής επί της Αγορανομίας του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Πληροφορία της ιδίας υπηρεσίας φέρει τούτον ως διατελέσαντα Λαϊκόν Δικαστήν Λακωνίας κατά την κατοχήν και ότι ήδη φέρεται ως οπαδός της ΕΔΑ». «Η θέσις της κατηγορούσας αρχής κατά τη διεξαγωγή της δίκης», συμπεραίνει η Υπηρεσία, «δημιουργεί την εντύπωσιν ότι δεν είναι άσχετος με το παρελθόν του κου Εισαγγελέως». Συνημμένο στην αναφορά ήταν  σημείωμα – περίληψη της αγόρευσης του Λάσκαρη στο οποίο  υπογραμμίζεται από την υπηρεσία η φράση του που αφορά την κυκλοφορία βιβλίων των Μάρξ, Έγκελς Στάλιν: «να διδαχθώμεν και κάτι, να το διδαχθώμεν και να το πάρωμεν»

Το κατηγορητήριο και η απόφαση όπως αναφέρεται στο πρακτικό της δίκης (9-2-1955)

Η πρώτη κατηγορία ότι «μετέσχε λαϊκής τινός Επιτροπής εις συνοικίαν Μεταξουργείου ασχολουμένης εις διανομήν τροφίμων» κατά τα Δεκεμβριανά ήταν γνωστή. Το γεγονός αυτό είχε ως αποτέλεσμα το 1945 να τεθεί σε διαθεσιμότητα και να εξεταστεί από την Επιτροπή του Θ΄ Ψηφίσματος και να ελεγχθεί από το Συμβούλιο Νομιμοφροσύνης. Κατά τις διαδικασίες αυτές αποδείχθηκε ότι η συμμετοχή του ήταν αναγκαστική και διήρκησε λίγες ημέρες. Όταν στάθηκε δυνατό έφυγε από το Μεταξουργείο και μετέβη στο Κολωνάκι όπου και κατοικούσε. Αυτά τα στοιχεία βέβαια, ήταν ψιλά γράμματα για την Ασφάλεια, που, επιπλέον, αναβάθμισε τον Λάσκαρη από απλό μέλος της εν λόγω λαϊκής Επιτροπής σε… «δικαστή Αγορανομίας του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ». 

Η δεύτερη κατηγορία προέρχεται από τα χρόνια της Κατοχής. Σύμφωνα με την μαρτυρική κατάθεση του Πρωτοδίκη Πατρών Γεώργιου Καλογερόπουλου (29-10-1946) αυτός και ο Λάσκαρης από τον Ιούνιο του 1941 υπηρετούσαν στην Σπάρτη. Το 1943 ο Λάσκαρης μετατίθεται σε άλλη υπηρεσία, στην οποία όμως δεν μπόρεσε να μεταβεί εξαιτίας της «υφισταμένης εν υπαίθρω αναρχίας» και έτσι παρέμεινε στην Σπάρτη μέχρι τον Ιανουάριο/Φεβρουάριο του 1944, οπότε μετατέθηκε στο Πρωτοδικείο Κορίνθου. Αυτή η αναγκαστική παραμονή του στην Σπάρτη, στάθηκε ικανή να βαφτίσει τον Λάσκαρη  ως Λαϊκόν Δικαστήν Λακωνίας κατά την Κατοχή. Η κατηγορία δεν ευσταθούσε, βεβαίως. Σύμφωνα με όλες τις μαρτυρίες των συναδέλφων του εκείνης της περιόδου  ο ίδιος καταφερόταν εναντίον των «εγκλημάτων» του ΕΛΑΣ, επιπλέον, και κοινωνικά δεν θα μπορούσε να διάκειται ευνοϊκά προς το ΕΑΜ καθώς είχε νυμφευθεί, στη Σπάρτη, την κόρη του Κατσάκου Μαυρομιχάλη «και έλαβεν σημαντικοτάτην προίκαν», «ο δε πενθερός του ούτος μεθ’ ου διετέλει τότε εις αγαθάς σχέσεις ελεηλατήθη και κατεσχέθη υπό των ανταρτών μετά την απελευθέρωσιν». 

Το κατηγορητήριο και η απόφαση όπως αναφέρεται στο πρακτικό της δίκης (9-2-1955)

Ήταν συνηθισμένη τακτική στα πληροφοριακά δελτία των υπηρεσιών ασφαλείας να χαρακτηρίζονται ως φιλικά διακείμενοι προς το ΕΑΜ άτομα που, κατά τη διάρκεια της Κατοχής,  δεν μπορούσαν να μετακινηθούν λόγω εμπόλεμης κατάστασης είτε αναγκάζονταν να εγκαταλείψουν την υπηρεσία τους για να αποφύγουν αντίποινα των δυνάμεων Κατοχής. Στην περίπτωση του Λάσκαρη, οι κατηγορίες αυτές δεν είχαν συνέπειες. Εντούτοις, εντυπωσιάζει το γεγονός ότι τέτοιες κατηγορίες απευθύνονταν ακόμη και σε δικαστικούς λειτουργούς, ενώ από τα πολυάριθμα δημοσιεύματα για την υπόθεση, προβλήθηκε το άρθρο της Αυγής. 

Ο φάκελος της διοικητικής ανάκρισης για τον Αντιεισαγγελέα Νικόλαο Λάσκαρη με αριθμό εμπιστευτικού πρωτοκόλλου 213/11-4-1955 περιλαμβάνεται στο αρχείο εμπιστευτικής αλληλογραφίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης που απόκειται στην Κεντρική Υπηρεσία των ΓΑΚ. Στον φάκελο έχει συγκεντρωθεί η σχετική αλληλογραφία, η αναφορά του Λάσκαρη με συνημμένα αποκόμματα «εθνικόφρονος τύπου», το πρακτικό της δίκης (9/2/1955), ένορκες μαρτυρικές καταθέσεις μελών της σύνθεσης του δικαστηρίου και μαρτύρων στη δίκη, αντίγραφα αποσπασμάτων αποφάσεων Επιτροπής του Θ΄ Ψηφίσματος και της απόφασης  του Συμβουλίου Νομιμοφροσύνης, αποσπάσματα  εκθέσεων επιθεώρησης δικαστικών λειτουργών και μαρτυρικών καταθέσων της περιόδου 1945-1947.

Share This Story, Choose Your Platform!