Μιχάλης Σάρρας
Τμήμα Επεξεργασίας Αρχείων
Στο αρχείο της επιχείρησης Γ. Σουβατζόγλου, ο οποίος ήταν αντιπρόσωπος των μεγαλύτερων αγγλικών βιομηχανιών κλωστικών μηχανών στην Ελλάδα, από το τέλος της δεκαετίας του 1920 έως τα τέλη της δεκαετίας του 1960, πληροφορούμαστε για μια συνάντηση που έλαβε χώρα στην Αθήνα στις 14 Ιουλίου 1941 (τεκμήριο 1). Μόλις ενάμιση μήνα αφότου οι Γερμανοί εδραίωσαν την κυριαρχία τους στη χώρα (20 Μαΐου – 1 Ιουνίου 1941, Μάχη της Κρήτης), κάλεσαν με πρωτοβουλία τους, τα μέλη της Ένωσης Βιομηχάνων Κλωστοϋφαντουργών, προκειμένου να ακούσουν τον Δρ. Σούβερτ και τον ανώτερο αξιωματικό της Βερμαχτ Κρόϊτσερ (άλλοτε τεχνικός διευθυντής της Ελληνικής Εριουργίας στην Αθήνα).
Στην ομιλία του ο κ. Σούβερτ ανέφερε ότι «είναι επιφορτισμένος παρά των Αρχών του Ράιχ», να δώσει την «πρέπουσα» κατεύθυνση στις κλωστοΰφαντουργικές επιχειρήσεις της χώρας. Γι’ αυτό το σκοπό είχε συντάξει ένα ερωτηματολόγιο, το οποίο δόθηκε στους βιομηχάνους και έπρεπε να συμπληρωθεί μέσα σε σύντομο διάστημα. Το ερωτηματολόγιο θα πληροφορούσε σχετικά τις κατοχικές αρχές, για κάθε εργοστάσιο ξεχωριστά καθώς και για το απόθεμα νημάτων και πρώτων υλών.
Είναι προφανές ότι αυτού του είδους οι συναντήσεις εντασσόταν στο πλαίσιο των γερμανικών επιδιώξεων, να θέσουν την ελληνική βιομηχανία, όπως και τη βιομηχανία κάθε κατεχόμενης χώρας, στην υπηρεσία των αναγκών της πολεμικής οικονομίας τους. Γι’ αυτό χρησιμοποίησαν κάθε μέσο: εμπορικές συμφωνίες με Έλληνες βιομηχάνους, κατασχέσεις, απαλλοτριώσεις, έλεγχο διοικητικών συμβουλίων εταιρειών (τεκμήριο 2), επέκταση γερμανικών επιχειρήσεων στον ελληνικό χώρο, πολυετή συμβόλαια. Επιπλέον, κλωστοϋφαντουργικές επιχειρήσεις φαίνεται να ανέλαβαν την εκτέλεση παραγγελιών για το γερμανικό στρατό και λειτουργούσαν κανονικά ή σχεδόν κανονικά την περίοδο της Κατοχής. Ενδεχομένως, ευρύτερη έρευνα σε αρχεία κλωστοϋφαντουργικών επιχειρήσεων να αποκαλύψει περισσότερες λεπτομέρειες για το καθεστώς λειτουργίας τους.
Είναι επίσης γνωστό, ότι επιχειρηματίες με γνώση του βαλκανικού χώρου ήταν αποσπασμένοι στο Οικονομικό Επιτελείο της Ανώτατης Διοίκησης της Βέρμαχτ και είχαν αναλάβει διάφορες εταιρείες και φυσικά υφαντουργεία. Τα αποθέματα όλων αυτών των εργοστασίων, όπως δέρματα, υφάσματα, νήματα κ.α., κατασχέθηκαν ή αγοράστηκαν σε προπολεμικές τιμές μέσα σε συνθήκες καλπάζοντα πληθωρισμού. Αυτή η πολιτική του «πλιάτσικου» και της λεηλασίας επέφερε καταστροφικές συνέπειες στην ελληνική οικονομία και αποτέλεσε μια από τις βασικές αιτίες του μεγάλου κατοχικού λιμού στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις και περιοχές της Ελλάδας.
Leave A Comment