Η λογοκρισία της ταινίας «Συνοικία τ’ όνειρο»
Γιάννης Γκλαβίνας
Γενικά Αρχεία του Κράτους, Κεντρική Υπηρεσία
Τμήμα Προβολής, Επικοινωνίας και Εκπαιδευτικών Δράσεων
Η λογοκρισία στη δημόσια έκφραση ιδεών και στην καλλιτεχνική δημιουργία στην Ελλάδα εμφανίζεται ήδη από τα πρώτα χρόνια ζωής του νεοελληνικού κράτους και αποτελούσε, στην προληπτική ή την κατασταλτική της μορφή, αγαπημένο μέσο προπαγάνδας και χειραγώγησης. Η δικτατορία του Μεταξά συστηματοποίησε την έννοια της προληπτικής λογοκρισίας με βασικό μηχανισμό εφαρμογής της το νεοσυσταθέν το 1936 Υφυπουργείο Τύπου και Τουρισμού. Μετά τη δημιουργία του μηχανισμού λογοκρισίας, η δικτατορία του Μεταξά και οι κατοχικές κυβερνήσεις συγκρότησαν ένα νομικό οπλοστάσιο άσκησης προληπτικής λογοκρισίας σε Τύπο και εκδόσεις, κινηματογράφο, θέατρο και τραγούδι που συνέχισε να ισχύει μέχρι το 1974. Σε γενικές γραμμές, για την περίπτωση του κινηματογράφου, προβλεπόταν ο διπλός έλεγχος μιας ταινίας πριν βγει στις αίθουσες από τις αρμόδιες επιτροπές της Γενικής Διεύθυνσης Τύπου του Υπουργείου Προεδρίας Κυβερνήσεως. Ελέγχονταν αρχικά το σενάριο της ταινίας και δίνονταν άδεια λήψης σκηνών, ενώ στη συνέχεια ελέγχονταν η ταινία και δίνονταν άδεια προβολής στους κινηματογράφους. Η επιτροπή θα μπορούσε να απαγορεύσει μια ταινία ή να κόψει σκηνές και διαλόγους εάν έκρινε ότι η ταινία επιδρούσε «επιβλαβώς» στη νεολαία, διατάρασσε τη δημόσια τάξη, προπαγάνδιζε ανατρεπτικές θεωρίες, δυσφημούσε τη χώρα «από απόψεως εθνικιστικής και τουριστικής», υπονόμευε «τας υγιείς κοινωνικάς παραδόσεις του ελληνικού λαού», καθάπτονταν της χριστιανικής θρησκείας ή στερούνταν καλλιτεχνικής αξίας.
Στο πλαίσιο αυτό, το 1961 η ταινία Συνοικία τ’ Όνειρο του Αλέκου Αλεξανδράκη και της Αλίκης Γεωργούλη έπρεπε να λάβει τη σχετική έγκριση από τη Γενική Διεύθυνση Τύπου. Η επιτροπή έκοψε διάφορες σκηνές της ταινίας θέλοντας να αμβλύνει την ταύτιση της Ελλάδας με τις εικόνες μιζέριας και φτώχειας που προβάλλονται από τη ζωή των πρωταγωνιστών στην προσφυγική παραγκούπολη του Ασυρμάτου στα Πετράλωνα σε μια περίοδο που η ελληνική κυβέρνηση προέβαλε την εικόνα μιας χώρας που έμπαινε σε τροχιά ανάπτυξης και ευημερίας. Γι’ αυτό το λόγο η επιτροπή λογοκρισίας αφαίρεσε από τους τίτλους τέλους της ταινίας τις ευχαριστίες στους κατοίκους του Ασυρμάτου, αποσυνδέοντας, έτσι, το σκηνικό που διαδραματιζόταν η πλοκή της ταινίας από μια πραγματική γειτονιά της Αθήνας των αρχών της δεκαετίας του ’60. Παρά την περικοπή σκηνών και τον χαρακτηρισμό της ως ακατάλληλης για ανηλίκους, γεγονός που της στερούσε ένα σημαντικό κινηματογραφικό κοινό, η ταινία θα συνεχίσει να αντιμετωπίζει προβλήματα από παρεμβάσεις κρατικών υπηρεσιών που ήθελαν να σταματήσουν την προβολή της, εξαιτίας, κυρίως, των αριστερών φρονημάτων των συντελεστών της (Αλέκος Αλεξανδράκης, Αλίκη Γεωργούλη, Μάνος Κατράκης, σενάριο Τάσος Λειβαδίτης και Αλέξανδρος Κοτζιάς, μουσική Μίκης Θεοδωράκης) και του φόβου κομμουνιστικής προπαγάνδας μέσω της ταινίας. Η avant premiere της ταινίας στον κινηματογράφο Ράδιο Σίτυ διακόπηκε με επέμβαση της αστυνομίας, ενώ αποτράπηκε από κρατικές υπηρεσίες η συμμετοχή της στο φεστιβάλ κινηματογράφου της Βενετίας, αν και είχε λάβει αρχικά άδεια από τη Γενική Διεύθυνση Τύπου. Οι παρεμβάσεις συνεχίστηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια των προβολών της ταινίας, οδηγώντας σε οικονομική καταστροφή τους παραγωγούς της Αλεξανδράκη και Γεωργούλη. Η ταινία ταυτίστηκε εν τέλει στη συλλογική μνήμη με τις λογοκριτικές πρακτικές του ελληνικού κράτους πριν από τη Μεταπολίτευση.
Στην Κεντρική Υπηρεσία των Γενικών Αρχείων του Κράτους φυλάσσεται το αρχείο της Γενικής Γραμματείας Τύπου και Πληροφοριών (πρώην Γενική Διεύθυνση Τύπου Προεδρίας Κυβερνήσεως) που περιλαμβάνει πληθώρα φακέλων εφαρμογής του νομικού πλαισίου άσκησης προληπτικής λογοκρισίας σε κινηματογράφο, θέατρο και τραγούδι την περίοδο 1945 – 1974. Το έγγραφο που συνοδεύει το κείμενο προέρχεται από το παραπάνω αρχείο
Leave A Comment