Στο πνεύμα της 15ης επετείου λειτουργίας του Μουσείου της Ακρόπολης και της εξαιρετικά επιτυχημένης διαδρομής του, πραγματοποιήθηκε, ενώπιον της Προέδρου της Δημοκρατίας, η επίσημη απόδοση στο ελληνικό και το διεθνές κοινό του  νέου και ιδιαίτερα σημαντικού μουσειακού χώρου, ο οποίος συμπληρώνει το Μουσείο. Πρόκειται για το «Μουσείο κάτω από το Μουσείο», το οποίο προσφέρει στους επισκέπτες τη σημαντικά βελτιωμένη δυνατότητα κατανόησης και ερμηνείας των υλικών καταλοίπων και της ιστορίας, μιας ολόκληρης γειτονιάς της αρχαίας Αθήνας, η οποία ανακαλύφθηκε κατά τις συστηματικές ανασκαφές, που διενεργήθηκαν στην περιοχή για την κατασκευή του Μουσείου και του Σταθμού «Ακρόπολη» του Μετρό της Αθήνας.

Η Υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη αναφέρθηκε διεξοδικά στη διεκδίκηση της επανένωσης των Γλυπτών του Παρθενώνα: «Με την ίδρυση, ανέγερση, και προπαντός τη λειτουργία του Μουσείου της Ακρόπολης», είπε, «η χώρα μας κατέρριψε το μοναδικό -στο παρελθόν- αληθές και ισχυρό επιχείρημα των Βρετανών, ότι η Ελλάδα δεν διέθετε κατάλληλες και αντάξιες υποδομές φιλοξενίας. Είναι πλέον ευρύτατα ‒σχεδόν καθολικά, και διεθνώς αποδεκτό- ότι η Ελλάδα στηρίζει την επιχειρηματολογία της διεκδίκησής της για την επανένωση των Γλυπτών, σε απτές αποδείξεις της ισχυρής της βούλησης και της έμπρακτης δυνατότητας και ικανότητάς της να τα προστατεύσει, να τα διατηρήσει, να τα αναδείξει και να τα διαχειριστεί με άρτιο επιστημονικά και τεχνικά τρόπο. Εδώ και δεκαετίες, υλοποιούμε ένα υποδειγματικό και πρότυπο έργο συντήρησης, αποκατάστασης και αναστήλωσης του συνόλου των μνημείων της Ακρόπολης, του Παρθενώνα συμπεριλαμβανομένου. Εδώ και 15 χρόνια, είναι απολύτως σαφές ότι το επιχείρημα του Βρετανικού Μουσείου όχι μόνο δεν ισχύει, αλλά αντιθέτως, μετά τις αποκαλύψεις των τελευταίων ετών, έχει πλέον απολύτως αντιστραφεί. Πέραν της αρτιότητας των υποδομών και της λειτουργίας του Μουσείου της Ακρόπολης, η οργανική του διασύνδεση με το Βράχο και τα μνημεία της Ακρόπολης, η συμβιωτική του σχέση με το σύγχρονο και το αρχαίο, το υπερκείμενο και το υποκείμενο οικοδομικό περιβάλλον και το αστικό τοπίο με το ιστορικό παρόν και παρελθόν της Αθήνας, το καθιστούν ιδανικό για να υποδεχθεί και να φιλοξενήσει το σύνολο των Γλυπτών του Παρθενώνα ως ενιαία και αδιαίρετη ενότητα. Το Μουσείο αυτό συνθέτει το βέλτιστο φυσικό και εννοιολογικό πλαίσιο, για την ανάδειξη, την ερμηνεία και την κατανόηση των αριστουργημάτων του».

Ο χώρος της ανασκαφής, στην αρχιτεκτονική πρόταση των Μπερνάρ Τσουμί και Μιχάλη Φωτιάδη, αντιμετωπίστηκε ως εκθεσιακή προέκταση του Μουσείου, ως φυσική και εννοιολογική του συνέχεια και ομφάλιος λώρος, που συνδέει το νέο κτήριο με το χώρο και το χρόνο. Πριν από πέντε χρόνια, η ανασκαφή κατέστη προσβάσιμη στους επισκέπτες, οι οποίοι απέκτησαν τη δυνατότητα, πέραν της ξενάγησης στις αίθουσες του Μουσείου, να περιηγούνται και στις υποκείμενες αρχαιότητες.

Κλείνοντας, η Λίνα Μενδώνη ευχαρίστησε τόσο τον Γενικό Διευθυντή Νίκο Σταμπολίδη  όσο και το προσωπικό του Μουσείου, «επειδή το Μουσείο δεν είναι το κέλυφος και οι υποδομές του αλλά  πρωτίστως οι άνθρωποί του, που το ίδρυσαν και το δημιούργησαν, με πρώτον τον αείμνηστο φίλο Δημήτρη Παντερμαλή. Η έκθεση που εγκαινιάζεται αποτελεί φόρο τιμής στη μνήμη του».

Share This Story, Choose Your Platform!